ατευχητος

ατευχητος
    ἀτεύχητος
    2
    Anth. = ἀτευχής См. ατευχης

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ατευχητος" в других словарях:

  • ἀτευχήτοις — ἀτεύχητος masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτευχήτοισι — ἀτεύχητος masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ατευχής — (ateuchus). Γένος κοπροφάγων εντόμων της οικογένειας των σκαραβαιιδών. Ζουν κυρίως στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία. Το μήκος του σώματός τους κυμαίνεται μεταξύ 2 4 εκ. Έχουν έλυτρα, που ανοίγουν σαν φύλλα βιβλίου, και χρώματα με ωραίες… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»